
Της Ελένης Θεοχάρους
Όταν μέχρι πρόσφατα διοργάνωναν οι Τούρκοι στα κατεχόμενα κάποια καλλιτεχνική εκδήλωση, συναυλία ή παράσταση με διάσημους καλλιτέχνες, άπαντες ξέσκιζαν τα ιμάτια τους γιατί «οι Ευρωβουλευτές και οι Πρεσβείες δεν ενημερώνουν όπως πρέπει τους ξένους και επέρχεται η αναγνώριση του ψευδοκράτους». Εγώ δέχθηκα και προσωπική επίθεση για την απόφαση της άγνωστης σ εμένα καλλιτέχνιδος Lara Fabian να τραγουδήσει στην Κερύνεια, και υποχρεώθηκα να την παρακαλώ να ακυρώσει την συναυλία.
Τώρα ο χαβάς άλλαξε, τα Κρατικά μας Θέατρα κάνουν “εθνικό έργο” και δείχνουν στους Κύπριους ότι η Σαλαμίνα είναι Ελληνική.
Η Σαλαμίνα δεν θα πάψει ποτέ να είναι Ελληνική γιατί στο χώμα της είναι θαμμένοι οι κτήτορες και οι για χιλιετίες Έλληνες που την τίμησαν. Αλλά είναι κατεχόμενη. Και αυτό που κάνουν τα Θέατρα μας είναι να αναγνωρίζουν την κατοχή. Να ξεπλένουν την κατοχή όπως θαυμάσια έγραψε ο Άριστος Μιχαηλίδης. Όλα τ άλλα είναι αρλούμπες. Οι διοργανωτές εκμεταλλεύονται τον πόθο των πολιτών για επιστροφή και εξυπηρετούν τους σκοπούς για τους οποίους έχουν ταχθεί: να υποτάξουν την Κύπρο στην Τουρκία. Τίποτε λιγότερο. Είναι μια εκδήλωση σύγχρονου Μιθριδατισμού: Μιθριδατισμός αποκαλείται η πρακτική της προστασίας κάποιου από τη δράση ενός δηλητηρίου μέσω της σταδιακής χορήγησης σε αυτόν, μη θανατηφόρων δόσεων. Κάθε τόσο μια παράσταση και μια λιτανεία θα μας οδηγήσει στην ανοσία, που θα πάει.
Ο όρος προέρχεται από τον Μιθριδάτη ΣΤ’, βασιλιά του Πόντου, ο οποίος εξαιτίας του μεγάλου φόβου του μήπως τον δηλητηριάσουν χορηγούσε στον εαυτό του βαθμιαία αυξανόμενες μη θανατηφόρες δόσεις δηλητηρίου, ώστε να αναπτύξει τελικά ανοσία.
Σήμερα, ο όρος χρησιμοποιείται μεταφορικά για να περιγράψει την σταδιακή εξοικείωση και αποδοχή πραγμάτων που προηγουμένως θεωρούνταν ιδιαίτερα επικίνδυνα και απαράδεκτα. Π.χ. συναυλίες και παραστάσεις που γελοιοποιούν τους εκτελεστές και δημιουργούν ψευδαισθήσεις σε υπόδουλους ότι τάχα η κατάσταση είναι καλή.
Το μήνυμα της Αντιγόνης εναντίον του αυταρχισμού και του παραλογισμού της εξουσίας μετατρέπεται σε ανάπτυξη κουλτούρας τουρίστα, μονιμοποίησης και αποδοχής της κατοχής και υποταγής. Αλλά το θέμα δεν είναι πολιτικό είναι και ηθικό, είναι πρωτίστως εθνικό. Είναι και νομικό, γιατί η λεγόμενη «δικοινοτική επιτροπή πολιτισμού» ή όπως αλλιώς λέγεται, δεν ιδρύθηκε για να παραβιάζει τους νόμους της Κυπριακής Δημοκρατίας και να καταργεί το νόμιμο κράτος. Δυστυχώς αυτό έπραξε: Συνεργάστηκε με το «Υπουργείο πολιτισμού και τις αρχές του ψευδοκράτους». Εμείς δεν τους αναγνωρίζουμε, χίλια χρόνια κι αν περάσουν. Εμείς θα αντιστεκόμαστε και στην κατοχή, και στην χλεύη, τις ύβρεις και τους προπηλακισμούς όσων έχουν ενδώσει. Γιατί ξέρουμε ότι πιο επικίνδυνοι από τους Φοίνικες είναι οι Φοινικίζοντες. Και από τους Μήδους οι Μηδίζοντες.
Η παράσταση δεν ήταν αντικατοχική εκδήλωση, ας μη προσπαθούν να ξεγελάσουν τον κόσμο. Γιατί αν ήταν δεν θα είχε χαροποιήσει τόσο πολύ τις δυνάμεις κατοχής και τους εγκάθετους της. Η παράσταση οδηγεί στην εμπέδωση των τετελεσμένων της εισβολής και των χωριστών οντοτήτων. Οι παρευρισκόμενοι πήγαν και επέστρεψαν ως τουρίστες στη γη μας, όπως πάνε στην Πόλη, στην Έφεσο, στην Αλικαρνασσό. Η «Αντιγόνη τους» συμβιβάστηκε με τον αυταρχισμό του Κρέοντα, και υποτάχθηκε, σκύβοντας το κεφάλι. Όπως πράττουν και οι «πιστοί χριστιανοί» που περιφέρονται με τους μουφτήδες στους χριστιανικούς ναούς ή ότι απέμεινε απ’ αυτούς στα κατεχόμενα, τάχα ως ελεύθεροι προσκυνητές αλλά στην πραγματικότητα ως γελωτοποιοί των κατοχικών αρχών.
Επαναλαμβάνω: Εάν δεν είναι έτσι τα πράγματα, γιατί μέχρι πρότινος τρέχαμε να ματαιώσουμε εκδηλώσεις από ξένους καλλιτέχνες στα κατεχόμενα; Τώρα τι θα λέμε όταν τα κρατικά θέατρα Κύπρου και Ελλάδας έδρασαν αντίθετα; Τι άλλαξε; Δεν υπάρχει πια κατοχή;
Οι αντικατοχικές εκδηλώσεις έχουν ως στόχο την αποδοκιμασία του υφιστάμενου παράνομου “status quo” και όχι τη νομιμοποίηση των τετελεσμένων της εισβολής και της προώθησης από τους διοργανωτές μιας λύσης που δεν θα μας επιτρέπει να επιστρέψουμε στο κατεχόμενο σήμερα βορρά, παρά μόνο ως να είναι άλλο κρατίδιο. Ως τουρίστες στα σπίτια μας. Εκείνο που δεν δεχόμαστε είναι τη σταδιακή νομιμοποίηση σε πολιτικό επίπεδο της χωριστής οντότητας.